Εγκυμοσύνη: Η περίοδος της Αναμονής
Κατά τη διάρκεια της εννεάμηνης αναμονής είναι πολύ φυσιολογικό να προκύψουν διάφορες αμφιβολίες και ερωτηματικά για το αν είναι μια γυναίκα έτοιμη να φέρει στον κόσμο ένα παιδί ή αν θα μπορέσει να γεννήσει.Από ψυχολογικής άποψης, ένα βασικό χαρακτηριστικό της μητρότητας, φαίνεται να είναι αυτή ακριβώς η συναισθηματική αμφιθυμία που προκαλεί διαβαθμίσεις της διάθεσης και της συμπεριφοράς, όπου συγκρούονται αγάπη και κακία, αφοσίωση και απόρριψη, εγωισμός και γενναιοδωρία, θέληση για προστασία και σκέψεις εγκατάλειψης.
Αυτή η συναισθηματική κατάσταση αλληλεπιδρά με:
- Τις προσωπικές επιρροές: δηλαδή τα προσωπικά βιώματα, τη δική μας σχέση με την οικογένεια καταγωγής, τη σχέση μας με τη θηλυκότητα και τη γυναικεία φύση.
- Tα στάδια της βιολογικής εξέλιξης: δηλαδή από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε τριμήνου της εγκυμοσύνης π.χ. ορμόνες και αργότερα τις φάσεις του τοκετού και της μητρότητας πχ στάδια ανάπτυξης του παιδιού.
- Tα κοινωνικά δεδομένα: δηλαδή το πώς κάθε κοινωνικό, πολιτισμικό και οικογενειακό περιβάλλον τοποθετείται αρνητικά ή θετικά σε αυτό που συμβαίνει.
Τι βιώνει μια γυναίκα
Για κάθε γυναίκα η αρχή της εγκυμοσύνης, ιδιαίτερα αν πρόκειται για την πρώτη της, είναι σαν ένα γοητευτικό και περιπετειώδες ταξίδι που την προετοιμάζει για το μεγάλο πέρασμα από τη θέση της κόρης σε αυτή της μάνας και για τη συνάντηση με το παιδί της μετά από εννέα μήνες.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η γυναίκα είναι θύμα μιας μεγάλης ορμονικής αλλαγής που επιφέρει μια υπεραισθησία. Αυτό σημαίνει ότι αντιλαμβάνεται πιο έντονα τα συναισθήματά της που συχνά είναι φόβος, αγωνία, θλίψη, μελαγχολία. Είναι πολλές φορές σαν ένα μικρό παιδί, δηλαδή παλινδρομεί, και η εκλογίκευση και η εμπειρία μετράνε πολύ λιγότερο. Αυτή η παλινδρόμηση θα βοηθήσει αργότερα τη γυναίκα να ταυτιστεί με το παιδί της και επομένως να αναγνωρίσει τις ανάγκες του από μόνο και μόνο πολλές φορές ένα μικρό κλαψούρισμα. Αυτή η παλινδρόμηση από τη μία τη βοηθάει να συντονιστεί με το παιδί της, από την άλλη όμως συνοδεύεται από ψυχικές καταστάσεις και συμπεριφορές όπως: μεγάλη ανάγκη για προστασία και κατανόηση, υπερβολές στις αντιδράσεις της, παράξενες επιθυμίες κάθε είδους και την ανάγκη να έρθει πιο κοντά ίσως με τη δική της μητέρα.
Κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου κύησης η γυναίκα βιώνει την αποδοχή της ίδιας της εγκυμοσύνης. Ακόμα και αν πρόκειται για μία επιθυμητή και αναμενόμενη εγκυμοσύνη, δεν θα αποφύγει τα αντιφατικά συναισθήματα αποδοχής/απόρριψης και τις ερωτήσεις του τύπου: μα πραγματικά το θέλω αυτό το παιδί, πώς θα αλλάξει τη ζωή μου κτλ.
Όπως αλλάζει το σώμα της, έτσι αλλάζει και η σχέση της με τους ανθρώπους γύρω της. Αναρωτιέται αν θα παραμείνει αρεστή και αν το σώμα της θα επανέλθει. Αναρωτιέται πως την βλέπουν οι άλλοι και αν θα τα καταφέρει στις επαγγελματικές της υποχρεώσεις.
Είναι όλα καινούρια, όλα πρωτόγνωρα και όλα εν εξελίξει.
Στο δεύτερο τρίμηνο, η κινήσεις του εμβρύου, βοηθούν στο σταδιακό διαχωρισμό της μητέρας από το έμβρυο σε ψυχικό επίπεδο. Η μητέρα αρχίζει δηλαδή να νιώθει τη ζωή που μεγαλώνει μέσα της σαν κάτι το υπαρκτό. Αρχίζει λοιπόν να έχει περισσότερους φόβους και δυσκολεύεται να αποδεχτεί το καινούριο σώμα που αλλάζει με ραγδαίους ρυθμούς. Όλα βιώνονται πιο έντονα, ο έλεγχος των συναισθημάτων γίνεται πολύ δύσκολος και οι συναισθηματικές απαιτήσεις της εγκύου αυξάνονται σημαντικά. Πολλές είναι οι γυναίκες σε αυτή τη φάση, που φοβούνται για τη σωστή ανάπτυξη του εμβρύου και έχουν άσχημες σκέψεις ως προς αυτό και έτσι ζητούν να κάνουν μια μαγνητική τομογραφία για να βεβαιωθούν ότι όλα είναι καλά. Αυτή η αβεβαιότητα και η ανάγκη για ιατρική επιβεβαίωση αφορά κυρίως την ψυχική κατάσταση και όχι υπαρκτά προβλήματα, για αυτό τις περισσότερες φορές και ευτυχώς, οι ιατρικές εξετάσεις επιβεβαιώνουν την ομαλότητα της κύησης.
Στο τρίτο τρίμηνο οι φόβοι μεταλλάσσονται: αφορούν κυρίως τον τοκετό και συνδέονται με το άγχος για την καλή υγεία του μωρού. Σε αυτούς τους φόβους προστίθεται και το αίσθημα του αποχωρισμού: ο τοκετός εκλαμβάνεται ως ένας επώδυνος σωματικός και ψυχικός αποχωρισμός. Η σκέψη ότι πολύ σύντομα θα κρατήσουν στα χέρια τους το παιδί τους αντισταθμίζει πολλές φορές αυτά τα αρνητικά συναισθήματα.
Τα αρνητικά και αντιφατικά συναισθήματα κατά τη διάρκεια της κύησης, είναι ως ένα βαθμό, απολύτως φυσιολογικά.
Στον δυτικό κόσμο, τείνουμε να τα αγνοούμε και μητρότητα θεωρείται εξορισμού γενναιόδωρη και ευτυχισμένη. Μια καλή μητέρα οφείλει να είναι μόνο καλή. Αλλά τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι, δημιουργούνται εσωτερικές διαμάχες και αντικρουόμενα συναισθήματα, και εν τέλη μία μητέρα δίχως τη σκοτεινή της πλευρά, είναι μια μερική μητέρα που κρύβει, και σε μερικές περιπτώσεις απωθεί, την αμφιθυμία της και έτσι γίνεται συχνά κακή χωρίς ούτε καν να το ξέρει.
Από την άλλη πλευρά το να αναγνωρίσει κανείς αυτή την πολυπλοκότητα της σχέσης με το παιδί δεν είναι εύκολο γιατί μας εκθέτει στην κοινωνική κριτική και σε μια οδυνηρή αίσθηση ανεπάρκειας, ακαταλληλότητας, σα να πρόκειται για μια ασθένεια, ή για μια συμπεριφορά ενάντια στη φύση.
Ένα παιδί ασκεί άλλωστε μια ιδιαίτερη εξουσία στη μητέρα, διαφορετική απ΄όλες τις άλλες, γιατί γεννιέται από το σώμα της, είναι κατά κάποιο τρόπο μέρος του και την ίδια στιγμή, από την ώρα που κόβεται ο ομφάλιος λώρος, είναι ένα άλλο άτομο. Η εξουσία λοιπόν του παιδιού στην ευτυχία ή τη δυστυχία της μητέρας είναι τόσο έντονη γιατί βασίζεται στο γεγονός ότι το παιδί από τη μια της ανήκει και την ίδια στιγμή είναι οριστικά διαφορετικό, γιατί από τη φύση της η σχέση οδεύει προς τον σταδιακό αποχωρισμό και παρ΄όλα αυτά η ζωή του παιδιού συνεχίζει να χαρακώνει να χαράζει την ψυχή της μητέρας. Όλες οι σχέσεις μπορούν να διαλυθούν, αλλά όχι αυτή που δένει μια γυναίκα με το δημιούργημά της. Η συναισθηματική πολυπλοκότητα που δημιουργείται μπορεί να γίνει τυρρηνική αν την καταπνίξουμε σε μια αντίληψη που την αρνείται.
Στα παραμύθια και στους θρύλους που είναι πραγματικές δεξαμενές του συλλογικού ασυνειδήτου, οι μάγισσες, οι μητριές και οι δράκοι διηγούνται ακριβώς αυτή την επικίνδυνη πλευρά της μητρότητας και την καταστρεπτική της δύναμη, όταν αυτή ξεφεύγει από τον έλεγχο της συνείδησης. Και στις αρχικές θρησκείες εκφράζεται ξεκάθαρα αυτή η αμφιθυμία μέσα από τη λατρεία των τρομερών μητέρων θεών όπως η Εκάτη και η Μήδεια στον αρχαίο ελληνικό κόσμο.
Σε αυτούς τους αρχαίους πολιτισμούς η αρνητική μητρική ενέργεια εκδηλωνόταν μέσα από εθιμοτυπικά, που σε εμάς σήμερα φαντάζουν σκληρά, και για να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς μας τρομάζουν, γιατί σήμερα ζούμε σε μια άλλη εποχή και σε ένα διαφορετικό σύστημα.
Η μητέρα που αναγνωρίζει, αποδέχεται και συγκρατεί τις σκοτεινές, τις πιο δυσάρεστες πλευρές της και τα αντιφατικά της συναισθήματα, δεν είναι σίγουρα επικίνδυνη. Αποποιείται πιο εύκολα την επιθυμία για τελειότητα, τη δική της και των παιδιών της. Δεν συνδέει τη μητρότητα με το νόημα της ζωής της και έτσι θα μπορέσει, όταν θα έρθει η σωστή στιγμή να αποδεχτεί με γαλήνη το γεγονός ότι τα παιδιά θα φύγουν μακριά της.
Δέσποινα Γραββάνη, MSc Γιουνγκιανή ψυχοθεραπεύτρια